Κυριακή, Σεπτεμβρίου 19, 2010

ΜΑΣ ΛΕΙΠΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΑ ΕΥΚΟΛΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ…

ΜΑΣ ΛΕΙΠΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΑ ΕΥΚΟΛΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ…

Από τον Φαίδωνα Θεοφίλου

Λίγες μέρες πριν άκουγα και έβλεπα από το Μέγαρο μουσικής μια εκδήλωση με θέμα
η ελληνική Ευρώπη ή κάτι παρόμοιο τέλος πάντων. Ανάμεσα σ’ αυτούς που μίλησαν ήταν και ένας μεγάλος Έλληνας δημιουργός, που είπε τα παρακάτω λόγια:
«Οι δυνάμεις του χάους απεργάζονται τον αφανισμό μας» !!!
Ταυτόχρονα διέκρινα τα μειδιάματα των ξένων συνέδρων που παρακολουθούσαν τον ομιλητή με τα ακουστικά της μετάφρασης.
Οι δυνάμεις λοιπόν του χάους απεργάζονται τον αφανισμό μας, ενώ
εμείς οι Έλληνες, έχουμε έρωτα με τη χώρα μας, είμαστε «εις το «Εμείς και όχι εις το Εγώ», αγωνιζόμαστε γι αυτήν, πληρώνουμε με ευσυνειδησία τους φόρους μας, τηρούμε κατά γράμμα τους νόμους, παράγουμε όλων των ειδών τα αγαθά και διαθέτουμε και εκλέγουμε άριστους πολιτικούς που θυσιάζονται για την χώρα μας. Έτσι το μόνο που μας μένει είναι να…κινδυνέψουμε με αφανισμό από τις…δυνάμεις του χάους..
Αυτά είπε λοιπόν ο ομιλητής, που μπορεί να είναι πράγματι μεγάλος και σπουδαίος δημιουργός αλλά πολιτικά είναι χαμαιλέων, που θέλει να αρέσει και από εδώ και από εκεί, ενώ όλοι θα περίμεναν ειδικά από ένα μεγάλο δημιουργό, να αρθρώσει το δικό του, τον προσωπικό του λόγο. Γιατί μόνο αυτός ο λόγος μπορεί να βοηθήσει και να προβληματίσει τους Έλληνες. Ή να σιωπήσει εντελώς αν πρόκειται ο λόγος του να είναι μία από τα ίδια. Να μας χαϊδέψει δηλαδή τα’ αυτιά και να μας απομακρύνει από την τόσο απαραίτητη για όλους μας αυτοκριτική. Άλλωστε το έργο των δημιουργών μιλάει από μόνο του και μας συνδιαμορφώνει, έτσι ώστε η σιωπή του δημιουργού, να είναι προτιμότερη από ένα παρωχημένο μετεμφυλιακό λόγο που βολεύει και την αριστερά και τη δεξιά και για να είμαι ακριβέστερος, βολεύει όλους.





Με αφορμή λοιπόν αυτό το γεγονός, σε θυμήθηκα Μάνο. Όχι τόσο για τη μουσική σου και τα τραγούδια σου, που έτσι κι αλλιώς τα κουβαλάμε πάντα μέσα μας, όσο για το λαμπερό και ανατρεπτικό σου πνεύμα. Το ρηξικέλευθο και ριζοσπαστικό.
Το λόγο σου που έδειχνε τις πληγές μας, που ενοχλούσε έντονα το ελληνικό κατεστημένο και ταυτόχρονα γινόταν λόγος ενεργοποιός.
Δεν βρίσκει πια Μάνο μου ανθρώπους στη χώρα μας που να λένε αυτό που σκέπτονται αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Κι αν υπάρξει κάποιος, τώρα πια δεν ενοχλούνται. Άλλαξαν τεχνική και τροπάρι. Απλά τον αγνοούν σα να μην υπάρχει.
Σε θυμάμαι όταν πήρες στα χέρια σου το μίζερο κρατικό ραδιόφωνο και το απογείωσες. Την ιστορία που έγραψε το Χατζιδάκειο «Τρίτο Πρόγραμμα» και επηρέασε δραστικά την ελληνική κοινωνία, με ορατές αυτές τις επιδράσεις μέχρι και σήμερα. Θυμάμαι ότι το μεγάλο σου έργο, η φωνή σου που λειτουργούσε σαν παράλληλη συνείδηση με αυτήν της βολεμένης κοινωνίας μας, ανακόπηκε από τον γερο-Καραμανλή. Το ίδιο έργο βέβαια επαναλήφθηκε και με άλλες καινοτομίες στο περίφημο περιοδικό «Τέταρτο» που ήταν πηγή ιδεών, αυτοκριτικής και απόψεων που έβλεπαν πολύ μπροστά.
Όταν πήγες Μάνο στο Λονδίνο για να χειρουργηθείς, η Μελίνα έτρεχε τρελαμένη από αγωνία να μάθει νέα σου. Κι όταν της είπαν ότι όλα πήγαν καλά, φώναξε ανακουφισμένη: «Θεέ μου, δεν ήξερα ότι τον αγαπούσα τόσο!»
Εσύ Μάνο μου απεχθανόσουν σαν τα κρίματά σου τις φιέστες τα ταραταζούμ, τις τιμητικές βραδιές, δίκην ρωμαϊκών θριάμβων, στα στάδια και στα καλλιμάρμαρα, τόσο ξένα όσο και γελοία για το προσωπικό σου μέτρο. Γιόρταζες τα γενέθλιά σου με λιγοστούς φίλους στου ΦΛΟΚΑ, χωρίς την… ανάμειξη του Υπουργείου πολιτισμού και των δημοσιογραφικών συγκροτημάτων.






Ας ξεφυλίσσουμε κάποια ανθίσματα από το ύφος και το ήθος του λόγου σου:

«Η σειρά είναι οικογένεια, σχολείο. Από κει αρχίζει ο ευνουχισμός. Μετά είναι ο στρατός, η αστυνομία, το πανεπιστήμιο. Και μετά αρχίζουν να σε επιβραβεύουν. Εάν επιζήσεις, σε εξορίζουν. Και πριν σ’ εξορίσουν, σε κάνουν γραφικό.
Ο κίνδυνος είναι να σε κάνουν γραφικό».

«Ζω μια περίεργη και παραδοσιακή κατάσταση τα τελευταία χρόνια εδώ στον τόπο μας. Επειδή τόλμησα και τολμώ να εκφράζομαι ελεύθερα και κατά την κρίση μου, χωρίς επιφυλάξεις, μια και δεν γίνεται να με σωπάσουν ή να με καταδιώξουν, μου απέδωσαν την ιδιότητα του «εθνικού υβριστή» - αφού είθισται όλα τα καλά στον τόπο μας να παίρνουν και τον τιμητικό τίτλο του «εθνικού».

«Το τραγούδι μου δεν είναι σύνθημα ή πράξη εκτόνωσης. Ούτε μαστίχα για το στόμα των αθλητών… Είναι μια πράξη ερωτική που μας αποκαλύπτει…»

«Πιστεύω ότι ένας προοδευτικός αριστερός μ’ ένα προοδευτικό δεξιό έχουν πολύ περισσότερα κοινά από έναν αριστερό μ’ έναν άλλο αριστερό ή έναν δεξιό με έναν άλλο δεξιό».

«Δεν είμαι φιλόσοφος, είμαι απλώς ένας ζωντανά σκεπτόμενος άνθρωπος. Επειδή όμως, η σκέψη έχει γίνει είδος πολυτελείας, στον καιρό μας…φαντάζω σαν φιλόσοφος, ενώ έχω, απλούστατα, κοινό νου».

«Όταν συνηθίζουμε στη θέα του τέρατος, αρχίζουμε να του μοιάζουμε.»

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
«….. Κι ακούγεται παντού το κάπως φαρισαϊκό μας αίτημα. Η Ταυτότητα. Να μην χάσουμε την εθνική μας ταυτότητα. Αλλά κανείς δεν επιχειρεί να διευκρινίσει ποια στοιχεία ακριβώς συνθέτουν την ταυτότητά μας, για να φροντίσουμε να τα μαζέψουμε και να τα προφυλάξουμε επιμελώς μέσα σε πλαστική ή δερμάτινη θήκη. Και τέλος, μας είναι πράγματι απαραίτητη, με τα στοιχεία του παρελθόντος; Αρχίζω επίσης ν' αμφιβάλλω.

.
Κείνο που νιώθω σίγουρα μέσα μου είναι μια φυσική απέχθεια σ' ό,τι χρειάζεται παράσταση, σε ό,τι γραφικό. Δεν με ενδιαφέρουν οι συνήθειες του πατέρα μου και των λοιπών συγγενών, παρά μόνο στο ποσοστό που συντηρούνται μέσα μου και μ' εξυπηρετούν στο σήμερα. Κι αν αυτό που περιέχω είναι μια ένδειξη ελληνικής παράδοσης, τότε καλώς να υπάρξει. Γιατί δεν μ' αρέσει να παριστάνω τον πολύ Έλληνα. Θέλω να είμαι όσο είμαι.

Καιρός είναι η έννοια Έλληνας να δώσει τη θέση της στην έννοια άνθρωπος. Και τότες πιστεύω πως θα συνδεθούμε με μια πιο βαθιά παράδοση που, κατά σύμπτωση, είναι κι αυτή γνησίως ελληνική».

…. Κι όμως όποιος σκέπτεται και όποιος έχει τουλάχιστον την πρόσφατη συνέχεια του τόπου μέσα του, είναι σε θέση ν' αντιληφθεί πως το μόνο που δε μας χρειάζεται πια είναι το γραφικό, η παράσταση, οι αλλοτινές συνήθειες. Γιατί όλ' αυτά δεν μας ενώνουν με τους προγόνους μας, αν δεν τους έχουμε ήδη μέσα μας, τοποθετημένους ανεξίτηλα. Και γεννιέται πάλι ένα άλλο ερώτημα. Πόσο μάς είναι η παρουσία τους χρήσιμη εντός μας;

.

Και ιδιαίτερα σε τούτους τους καιρούς; Γιατί οι νεκροί, ως γνωστόν, μας συγκρατούν από το κακό, αλλά και μας κρατάνε δέσμιους στη Γη, δεν μας αφήνουν να πετάμε αν δεν τους αρνηθούμε. Χωρίς πάλι αυτό να σημαίνει πως έχουμε ανάγκη από μια χωρίς όρια παρουσία τους. Όταν μετά τον πόλεμο ο Πικιώνης με μαθητές του τοποθετούσε με περίσσεια προσοχή το ένα πετραδάκι πλάι στο άλλο στου Λουμπαρδιάρη, ο Ελύτης είχε κιόλας ανακαλύψει, με τη βοήθεια της Μαρίνας και της Ελένης του, το Αιγαίο, ο Εγγονόπουλος τα σπίτια των Ιωαννίνων κι ο Μόραλης με τον Νικολάου τις πόρτες και τα παραθύρια της Αίγινας και του Πόρου. Ο Σικελιανός έκανε παρέα με τον Σωτήρη τον Σπαθάρη στην Κηφισιά κι ο Καζαντζάκης έγραφε την "Ασκητική" του απομονωμένος στην Αίγινα. Τότες κι εγώ, γνήσιο παιδί εκείνου του καιρού, πρωτοανακάλυπτα χωρίς μεθύσια και ναρκωτικά, μονάχα με βαρύ γλυκό, τον Μάρκο, τον Τσιτσάνη και τον Δασκαλάκη. Πριν τριανταπέντε χρόνια...

ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΣΟΥ…

Προπαρασκευάζω τα πράγματα έτσι ώστε να αποφύγω, ει δυνατόν, τη γελοιοποίηση που μου επιφυλάσσουν οι συνάνθρωποι συμπατριώτες μου. Μεγάλο δίδαγμα οι πρόσφατοι θάνατοι επωνύμων, φίλων ή αγνώστων. Μ’ έπιασε φρίκη με τη γελοιότητα της τελευταίας συντροφιάς που παρείχαν φίλοι και εχθροί στον απερχόμενο. Με κάθε θυσία θα προσπαθήσω αυτό να το αποφύγω. Η πιο μεγάλη φιλοδοξία μου είναι το ότι θέλω να ελέγξω το θάνατό μου όσο γίνεται περισσότερο και σε όλες του τις λεπτομέρειες. Αν το καταφέρω αυτό, θα έχω ολοκληρώσει τέλεια το πέρασμά μου από τη ζωή».

Ο θάνατος μιας αληθινής και δυνατής για τον τόπο μας φυσιογνωμίας, είναι, όπως και να το κάνουμε ανακουφιστικός. Γι αυτό και τον γιορτάζουν τόσο, η πολιτεία και ο λαός, τιμώντας τον, αυτόν τον τόσο επιφανή θανόντα. Όλοι σκέφτονται: Επιτέλους δεν θα προχωρήσει άλλο, κι ακόμη, θα μπορέσουμε ν’ αποσιωπήσουμε ό,τι μας ενοχλεί, θα παρερμηνεύσουμε ό,τι μας ξέφυγε, θα εκμεταλλευτούμε τις ασάφειες και φυσικά την πνευματική ανεπάρκεια των πολιτών. Θα του κατασκευάσουμε μνημείο στα μέτρα μας: Ακίνδυνο. Θα τον κάνουμε σύμβολο-απαραιτήτως εθνικό».

Λατρεύω κάθε νέο μηχάνημα που βγαίνει και το αγοράζω. Είπα, δε, στους δικούς μου ανθρώπους, όταν πεθάνω, να μη βάλλουν καντήλια ούτε να φέρνουν λουλούδια στον τάφο μου. Αλλά να αφήνουν διαφημιστικά φυλλάδια για ό,τι καινούριο παρουσιάζει η τεχνολογία. Για να ενημερώνομαι εκεί που θα’ μαι».

Μας λείπεις Μάνο. Στα εύκολα και στα δύσκολα….





Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

ΜΗΘΥΜΝΑ

ΜΗΘΥΜΝΑ
Γενέθλιος τόπος